<<Σατιρικός λόγος Απόκρεων 1969.
Εύχομαι καλές αποκριές – ξένοι μου και συμπολίται και σας θέλω όλους κι όλες – εδώ πάλι να ευρεθείτε στου καρναβαλιού το γλέντι – που τα θηλυκά σκαρώνουν σαν τη μούρη της εσχάτως – άρχισαν παντού να χώνουν. Γι αυτό διώξτε μακριά σας – κάθε έγνοια και σκοτούρα με χορό και σερπατίνες – κομφετί και λίγη σούρα και ριχτείτε εις το γλέντι – όλο κέφι και τραγούδι και ας κλαίει όπου τώχει – κι ας καεί το πελεκούδι. Μον΄ας δώσουν βάση οι άνδρες – σ΄όσα ο <<ΑΠΟΛΛΩΝ>> θα τους ψάλει
αν να σκαπουλίσουν θένε – μια νίλα, λέει, μεγάλη σαν τα γλέντια που τους στρώναν – οι παμπόνηρες κυράδες
όλοι τους με προθυμία – τρέχουνε σαν μπουνταλάδες και με αρκουδένιους πήδους – ευωχούνται και χορεύουν δίχως φευ να πάρουν κάβο – οι Εύες τι τους μαγειρεύουν π΄άρχισαν τα ντούκου-ντούκου – και κουν-καν εις τα σαλόνια
και ετάζοντας τις φούστες – εξηγούνται πανταλόνια και για να μας ξελιγώσουν – τακτικά αλλάζουν γούστα πότε με τα σορτς και μάξι – πότε με τη μίνι φούστα και με χίλιες δυο εκδηλώσεις – ν΄ αποδείξουνε πασχίζουν. Πως από τους νωθρούς τους άντρες, δαύτες πιο πολύ ζυγίζουν
κι έτσι κίνδυνος προβάλλει – με το τόσο τους το μένος να καθυποτάξουν πλήρως – το αρσενικό το γένος και με τις δολοπλοκίες – κι όλα τα τερτίπια τ΄ αλλά να μας κάτσουνε στο σβέρκο – ήγουν να μας μπουν καβάλα
κι αν δεν λάβουμε τα μέτρα – τότε σίγουρα στον πάτο αντιστρέφοντας το νόμο – θα μας βάλουν κι από κάτω
κι έτσι πια των γυναικών – των πραγμάτων μας εχόντων προχωρώ για να τα ψάλλω – των αρχών και των αρχόντων Και στο Δήμαρχο όμως πρώτα – με τα άλλα τα κεφάλια που ποτέ-ποτέ δεν βλέπουν – τ΄ απερίγραπτά μας χάλια. Μα κι ακόμα όταν βρωμάνε – δεν το βάζουνε μαράζι και να κάνουν τις δουλειές τους – ο καθένας τους κοιτάζει δηλαδή ότι κι αν τρέχει – δεν σκοτίζουν τη χολή τους
Κι όσα ψάλει ο Απόλλων - αυτοί παίζουν το βιολί τους
γι΄ αυτό έχουμε μείνει μπάγκο – στ΄ άμοιρο χωριό τα πάντα τ΄ έχει Γιάννης, τ΄ είχα πάντα – και τα πρόβατα σαράντα
Όσον αφορά δε πάλι – της Λιμενικής το σώμα απ΄ τη χειμερία νάρκη – δεν εξύπνισε ακόμα και γι΄ αυτό δεν κάνουν φέτος – αποβάθρα εις το Βάλτο κι οι τουρίστες απ΄ τις βάρκες βγαίνουν με μορτάλε σάλτο
Το δε κληροδότημα μας – το του Βασιλιά εννοείτε την <<ΞΕΝΙΑ. των ονείρων – έτοιμη έχει συμπολίται κι έστε βέβαιοι πως ενέργιες – συντονότατες θ΄ αρχίσει ώστε το ογδόντα εννέα – σίγουρα να λειτουργήσει. Τώρα τους οργανισμούς μας – και το Δήμο μας θ΄ αφήσω και για δυο υπηρεσίες – με δυο λόγια θα μιλήσω. Ο της Πάργας Αστυνόμος – λένε είναιτος τζιμάνι και πολλεεές έχει επιδόσεις και σε όλες γκέλες κάνει κι αν θελήσει να μετάσχει – κι εν ταυτό πείσμα το βάλλει πρώτη νίκη θ΄ αποσπάσει – στης <<ΑΚΡΟΠΟΛΗΣ>> το ράλυ. Αλλά και στον τουρισμό μας – εποχή έχει αφήσει που την Πάργα σαν πρωτόρθε – ρίχτηκε να εξωραΐσει
Μα τον αβασκάναν όλοι – που επήρε τόση φόρα κι εξελίχθη σε Αβδιρίτη – στων Αβδηριτών τη χώρα το άχτι όλων για να βγάλω – επιτρέψτε μου λιγάκι τώρα πλέων να τα ψάλω – στο δημοφιλή μας Τάκη
Όλοι όσοι μας κοπιάσαν – έφοροι ήταν ένας κι ένας αλλά σίφουνας σαν δαύτων – δεν πέρασε κανένας που στα χάλια του κανένα – χριστιανό πια δεν αφήνει και των βιοπαλαιστών μας – ο μπαμπούλας έχει γίνει. Ερμηνεύοντας τους νόμους – αυστηρώς και κατά γράμμα ανεδείχθη εξ απήνης – Δράκος όνομα και πράμα χωρίς έλεος και οίκτο – κι ούτε λίγο να λαρώνει πανωτές καμπάνες ρίχνει – κι όλο φόρους μπήχνει-χώνει και τους φορολογούμενους – από τρεις εκατοντάδες τους ανέβασε αισίως – φέτος μόνο τρεις χιλιάδες γι΄ αυτό πρέπει να μας γδύσει – να την πάθει αυτό το φίδι σαν το Τσέκο που στο μπάνιο – τον αφήσανε τσιτσίδι. Δεν θα επεκταθώ εφέτος – στου χωριού μας τα κουρούπια γιατί τελειωμό δεν έχουν – ούτ΄ αυτοί ούτε τα χούπια. Όμως πρέπει η τσιμπίδα – τον Σταυράκη μας να πιάσει σαν τον τρώει ο πισινός του – και δε λέει να ησυχάσει γιατί για να σπάει πλάκα – μηχανή πήγε να στήσει και ζευγάρι στον Παρέα – κόντεψε φευ να χωρίσει αφού δήθεν κατά λάθος – έστειλε και με αλλά είδη γράμμα από τσούλα δήθεν – στη γυναίκα του Λοτίδη. Κι αλλά παστρικά τσανάκια – ήθελα να ξεσκεπάσω αλλά δεν με παίρνει ο χρόνος – και αν πασάν θα τους περάσω. Σαν του Παπανδρέου Αλέκου – που όσο πάει αποδείχνει πως στις ζαβολιές βαδίζει – στου Λοτίδη μας τα ίχνη. Στο δε σύλλογο ζαβώνε – θε να γράψει η Ιστορία και στον πάτο του Λοτίδη – θα του φάει την Προεδρία
Τον ρολ-τοπ που με το τακτ του – και το χιούμορ σε σκλαβώνει
Μα και το Θωμά Μπαρούτη – που παντού τη μύτη χώνει
Τον Για Νιξ και Κώστα Γκίνο – που στο τζόγο έχουν μανία
κι όλο την περνάν με πρέφα – μπάσκα και Αβησσυνία Και το Λάμπρο πούναι Δράκος – στο ερωτικό πεδίο και το Λία Καραδήμα – που διπλώματα έχει δυο Μα κουμάσια μες την Πάργα – έχουμε βεβαίως άμμο απ΄ τον πονηρό Οδυσσέα – μέχρι και το Σπύρο Σιάμο που στον καφενέ του όλο – το σινάφι τους μαζεύουν και συλλήβδην όλους κι όλες – άγρια κουτσομπολεύουν. Μα κουτσομπολιάρης τώρα – μες στην πιάτσα ξεφυτρώνει ένας που περνάει ακόμα – και το Δήμο τον Κλοτσωνη αφού κι οι συνόμιοι του – λένε πως δεν έχει ταίρι κι ο Ακύλλας τον φωνάζει - <<Σόφω>> κι ας τον λεν Λευτέρη. Αλλά και το μενεξέ μας – η τσιμπίδα μου θα πιάσει γιατί σκάρτεψε και δαύτος – κι έγινε καλό κουμάσι. Ναι το Σπύρο που απεδείχθη – μόλο το μειλήχιο ύφος ότι μηχανές αγάντα – στήνει πάντα στο ημίφως με περίσσια μαεστρία – φιτιλιές σε όλα βάζει, κι από τηλεφώνου τώρα – τους κορίτσαρους πειράζει κι ύποπτες σκηνοθεσίες – στήνει πίσω απ΄ την αυλαία αφού κέρατα ακόμα – έστειλε σε εισαγγελέα. Τελειώνοντας θα πρέπει – πριν σας αποχαιρετίσω κάποιον που φαινόμενο είναι – επαξίως να υμνήσω που βραδιές και μεσημέρια – πάντα κάθε καλοκαίρι τρέχει πίσω απ΄ τις Γαλλίδες – με το όργανο, στο χέρι εννοώ το μαντολίνο – που υπό μάλης πάντα τόχει κι όπου πάει κι όπου στέκει – το χρησιμοποιεί γι΄ απόχη. Για τη ζωτικότητα του – πολλά αλλόκοτα θρυλούνται και πως σύμφωνο έχει κάνει – με το Μεφιστοφελή διηγούνται
και ο Μίχος και τον Πάνος – με το σφρίγος του απορούνε και το μυστικό πασχίζουν – για την πάρτη τους να βρούνε που το Μάη είναι ταύρος – μα και γάτος το Γενάρη. Αφού η φωνή του ακόμα – έχει φτάσει στο Παρίσι κι όταν έρχονται οι Γαλλίδες – τρέχουνε να τις ... φιλήσει. Είναι αυτός όπου ψοφάει – για το γυναικείο φύλο είναι ο ΑΘΑΝΑΤΟΣ ο ΕΚΤΩΡ(ας) – που επέρασε στο θρύλο. Τώρα γεια σας κι αν λιγάκι σας επάτησα τον κάλο – σας υπόσχομαι του χρόνου – πιο καλά να σας τα ψάλω.>>
Απόσπασμα από την εφημερίδα <<Η Πάργα>> της ομώνυμης εφημερίδας που εκδίδει ο σύλλογος Πάργινων της Αθήνας.
Σάββατο 28 Φεβρουαρίου 2009
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου